Добавил:
Upload Опубликованный материал нарушает ваши авторские права? Сообщите нам.
Вуз: Предмет: Файл:
СТИЛИСТИКА_ЭКЗАМЕН.docx
Скачиваний:
210
Добавлен:
19.04.2015
Размер:
193.15 Кб
Скачать

15. Ποιες παράμετροι οδηγούν στην γλωσσική ποικιλία και στις γεογραφικές ποικιλίες.

Η παραδοσιακή γλωσσολογία αποκαλείται και δομική γλωσσολογία, επειδή μελετά τη δομή της γλώσσας. Οι διάφοροι κλάδοι της μελετούν τα επίπεδα του γλωσσικού συστήματος: φωνητική, φωνολογία, μορφολογία, σύνταξη, λεξικολογία. Η λεξικογραφία είναι η πρακτική εφαρμογή της λεξικολογίας και ασχολείται με τη σύνταξη λεξικών. Η σημασιολογία εξετάζει τη σημασία των λέξεων (το σημαινόμενο).

Ο πρώτος κλάδος της γλωσσολογίας που επικεντρώνεται στη χρήση είναι η πραγματολογία, η οποία μελετά την επίδραση των εξωγλωσσικών εξωτερικών παραγόντων κατά τη στιγμή της χρήσης, στη σημασία του παραγόμενου λόγου.

Μέχρι τη δεκαετία του ’60, η παραδοσιακή γλωσσολογία πίστευε στην ομοιογένεια του γλωσσικού συστήματος. Ωστόσο, εμπειρικές κοινωνιογλωσσολογικές μελέτες στη δεκαετία του ’60 απέδειξαν ότι μέσα στη γλωσσική κοινότητα υπάρχει ποικιλότητα (variation), δηλαδή διαφοροποίηση ομιλητών και ύφους και υποστήριξαν ότι η ποικιλότητα αυτή είναι χαρακτηριστικό στοιχείο και της γλωσσικής δομής. Υποστήριξαν επίσης ότι η ποικιλότητα δεν είναι τυχαία αλλά διέπεται από κανόνες (κανονικότητα) (Labov). Αυτή η διαπίστωση έφερε ρήξη ανάμεσα στην κυρίαρχη γλωσσολογία και την κοινωνιογλωσσολογία.

Σήμερα είναι πλέον αποδεκτό, ότι όπως και η ίδια η κοινωνία, έτσι καμία γλώσσα δεν είναι ομοιογενής και ομοιόμορφη. Οι γλώσσες χαρακτηρίζονται από ανομοιογένεια, ανομοιομορφία και πιοκιλότητα. Η κοινωνιογλωσσολογία είναι ο κλάδος της γλωσσολογίας που μελετά τη γλωσσική ποικιλότητα (linguistic variation) και τις γλωσσικές ποικιλίες (linguistic varieties), κοινωνικές και λειτουργικές.

Για την ταξινόμηση της γλωσσικής ποικιλότητας έχει προταθεί (Halliday & Hasan, 1985) η διάκριση ανάμεσα σε γλωσσικές ποικιλίες ‘ανάλογα με το χρήστη’ και ‘ανάλογα με τη χρήση’. Οι ποικιλίες ανάλογα με το χρήστη εξαρτώνται από τα γεωγραφικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά των ομιλητών (γεωγραφικές διάλεκτοι και κοινωνιόλεκτα). Οι ποικιλίες ανάλογα με τη χρήση προσδιορίζονται από τις διαφορετικές περιστάσεις επικοινωνίας και αποτελούν τις λειτουργικές ποικιλίες, ή αλλιώς υφολογικές (functional varieties), γνωστές και ως επίπεδα ύφους (registers).

2.1. Ποικιλίες ανάλογα με το χρήστη.

2.1.1. Οι ποικιλίες που καθορίζονται από το γεωγραφικό χώρο ονομάζονται γεωγραφικές ποικιλίες και είναι οι εξής: πρότυπη ή κοινή (standard), ιδιώματα, διάλεκτοι.

Η πρότυπη ή standard ή κοινή ή εθνική γλώσσα είναι η επίσημη γλώσσα ενός κράτους και είναι η πιο κωδικοποιημένη γλωσσική ποικιλία, δηλαδή έχει μελετηθεί και καταγραφεί ο κώδικάς της και οι κανόνες του. Είναι η γλώσσα του γραπτού λόγου, της οποίας το σύστημα περιγράφεται στα λεξικά, στη γραμματική, στο συντακτικό. Χρησιμοποιείται από επίσημους θεσμούς, από την εκπαίδευση, από την Κυβέρνηση, από τη Διοίκηση, από τα Μ.Μ.Ε.

Τα ιδιώματα και οι διάλεκτοι είναι συνήθως προφορικές και μη κωδικοποιημένες (γεωγραφικές) γλωσσικές ποικιλίες και χρησιμοποιούνται στην περιφέρεια. Ιδιαίτερα οι διάλεκτοι έχουν περισσότερες διαφορές από την κοινή, δεν έχουν συχνή επαφή με το κέντρο και την κοινή γλώσσα γι’ αυτό δεν έχουν παράλληλη ιστορική εξέλιξη και διατηρούν πολλούς αρχαϊσμούς. Νεοελληνικές διάλεκτοι είναι οι εξής: η Ποντιακή, η Κυπριακή, η Τσακωνική, τα Κατωϊταλιάνικα, η Καππαδοκική, η Μαριουπολίτικη (Κριμαιοαζοφική ή Ταυρορουμέικη).

Ιδιωματισμοί ονομάζονται τα γλωσσικά στοιχεία που ανήκουν σε κάποιο ιδίωμα και όχι στην πρότυπη (κοινή) γλώσσα. Πρέπει να τους διακρίνουμε από τους ιδιωτισμούς9. Αρκετοί συγγραφείς όπως ο Καζατζάκης χρησιμοποιούν στο λογοτεχνικό τους έργο ιδιωματισμούς, δηλαδή στοιχεία του τοπικού τους ιδιώματος, γεγονός που αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό του λογοτεχνικού τους ύφους.