Добавил:
Upload Опубликованный материал нарушает ваши авторские права? Сообщите нам.
Вуз: Предмет: Файл:
Романюты ИЗЛ 27-30 и 19-22.doc
Скачиваний:
2
Добавлен:
02.09.2019
Размер:
789.5 Кб
Скачать

Вопрос 20

Η ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗ ΑΚΜΗ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ (1570-1669) ΚΡΗΤΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ

Ύστερα από την πτώση και της Κύπρου στους Τούρκους (1571), τα μόνα σχεδόν ελληνικά μέρα που μένουν υπό την κυριαρχία των Βενετών είναι η Κρήτη και τα Εφτάνησα. Θα παίξουν και τα δύο σημαντικό ρόλο στη λογοτεχνία. Η κρητική λογοτεχνία του τέλους του 16ου και του 17ου αιώνα είναι μια χρυσή περίοδος στην ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Είναι μαζί και η κορύφωση της λογοτεχνίας της Αναγέννησης στην Ελλάδα. Έξω από την πρώιμη Βοσκοπούλα και από το ωριμότερο έργο, τον Ερωτόκριτο, όλα τα έργα της περιόδου αυτής είναι έργα θεατρικά. Το θέατρο είναι το περισσότερο κοινωνικό, εκείνο που προϋποθέτει απαραίτητα ένα κοινό στο οποίο απευθύνεται. Ο Γεώργιος Χορτάτσης, εισηγητής του θεάτρου στην Κρήτη είναι περίπου σύγχρονος με τον Σαίξπηρ. (Με λογοτεχνικά καθαρή και υψωμένη γλώσσα). Ο Γεώργιος Χορτάτσης είναι και σύγχρονος με έναν άλλο κορυφαίο συντοπίτη του, τον Δομήνικο Θεοτοκόπουλο. Έγραψε τρία θεατρικά έργα: την Ερωφίλη, τον Κατζούρμπο και την Πανώρια. Τα έγραψε μεταξύ 1585 και 1600. Αυτά αντιπροσωπεύουν τρία διαφορετικά θεατρικά είδη, την τραγωδία, την κωμωδία και το ποιμενικό δράμα. Ο Χορτάτσης ανήκει στην ανώτερη αστική τάξη, είναι μορφωμένος, γεννήθηκε στα μισά περίπου του 16ου αιώνα και πέθανε το 1610. Ο Χορτάτσης είναι θεατρικός συγγραφέας και ποιητής πρώτης γραμμής.

ΤΡΑΓΩΔΙΕΣ

Το αριστούργημά του είναι η Ερωφίλη, τραγωδία κλασική. Οι δύο κεντρικοί ήρωες είναι η Ερωφίλη, κόρη του βασιλιά Φιλόγονου, και ο Πανάρετος, άξιος στρατηγός. Έχουν παντρευτεί κρυφά και ο βασιλιάς όταν το μαθαίνει αφήνει να ξεχυθεί όλη του η οργή για τον παράταιρο γάμο, θα σκοτώσει με μαρτυρικό θάνατο τον Πανάρετο. Η Ερωφίλη θα αυτοκτονήσει μοιρολογώντας, αλλά και τα κορίτσια του χορού σκοτώσουν τον άκαρδο βασιλιά. Προλογίζει ο Χάρος και εμφανίζεται στη σκηνή το φάντασμα του αδερφού του βασιλιά – που αυτός τον είχε σκοτώσει για να του πάρει το θρόνο – όργανο τώρα της θείας Δικαιοσύνης. Οι αρετές του έργου είναι πολλές, γλώσσα υψηλή, στίχος έντεχνος, και μια λογοτεχνική «μαστοριά» που μας φέρνει ξαφνικά πολύ πιο πέρα από την κοινή στάθμη των έργων του πρώτου μισού του αιώνα. Ιδιαίτερη θέση κατέχουν τα τέσσερα χορικά με τις θαυμάσια σμιλεμένες τερτσίνες. Ανάμεσα στις πράξεις παρεμβάλλονται τέσσερα Ιντερμέδια, με θέμα ολότελα διαφορετικό.

Ο Βασιλεύς Ροδολίνος, γράφτηκε από τον Ιωάννη Ανδρέα Τρωίλο από το Ρέθυμνο και τυπώθηκε στη Βενετία το 1647. Με θέμα τη σύγκρουση του ήρωα ανάμεσα στο αίσθημα της φιλίας και του έρωτα. Η τρίτη τραγωδία, ο Ζήνων, παραστάθηκε στη Ζάκυνθο στα 1682-83, ο ποιητής μας είναι άγνωστος. Υπόθεση είναι οι δολοπλοκίες του βυζαντινού αυτοκράτορα του 5ου αιώνα Ζήνωνα και του εξαδέλφου του Λογγίνου, για να κρατήσουν το θρόνο και η τελική τους τιμωρία.

ΚΩΜΩΔΙΕΣ

Ο Χορτάτσης έγραψε και την καλύτερη από τις τρεις κωμωδίες του κρητικού θεάτρου που μας έχουν σωθεί, τον Κατζούρμπο, χρονολογημένη στα 1595-1600, που είναι και το ωριμότερο έργο του. Στρέφεται γύρω από το πολύ συνηθισμένο την εποχή εκείνη θέμα του αναγνωρισμού των χαμένων παιδιών. Στον Κατζούρμπο δύο νέοι, ο Νικολός και η Κασσάντρα, αγαπιούνται, αλλά η ψυχομάνα της νέας, η Πουλισένα, θέλει, για να κερδίσει χρήματα να την παραδώσει στο γέρο Αρμένη. Στο τέλος φανερώνεται πως η Κασσάντρα είναι η κόρη του, που του την είχαν αρπάξει Τούρκοι και η κωμωδία τελειώνει με το γάμο των δύο νέων. Η κωμωδία έχει για πρότυπο το είδος που είναι γνωστό ως commedia erudita. Η κωμωδία του Στάθη, δεν ξέρουμε τον ποιητή, ούτε και με ακρίβεια τον χρόνο που γράφτηκε. Προς τα τελευταία χρόνια του 16ου ή τα πρώτα του 17ου αιώνα, και τείνουν ακόμη να παραδεχτούν πώς και του Στάθη ποιητής πρέπει να είναι ο Χορτάτσης. Έχουμε δύο ζευγάρια ερωτευμένων που αγαπιούνται κάπως περίεργα: η Φαίδρα αγαπά το νέο Χρύσιππο, αυτός όμως αγαπά τη Λαμπρούσα, ενώ τη Φαίδρα την αγαπά ο Πάμφιλος. Τον Φορτουνάτο, του Μάρκου Αντώνιου Φόσκολου, ο οποίος πέθανε το 1662, η κωμωδία πρέπει να τοποθετηθεί στα λίγο προγενέστερα χρόνια. Η βασική υπόθεση είναι η ίδια, υπάρχει το ζευγάρι των ερωτευμένων νέων, ο γέρο ξεκουτιάρης και ο αναγνωρισμός του χαμένου παιδιού στο τέλος.

ΠΟΙΜΕΝΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ Ο Χορτάτσης έγραψε ένα δράμα ποιμενικό την Πανώρια (που παλιότερα ήταν γνωστή ως Γύπαρης), γραμμένο γύρω στα 1585-1590. Έχουμε επίσης τη Βοσκοπούλα. Δεν ξέρουμε ούτε το όνομα του συγγραφέα ούτε πότε ακριβώς γράφτηκε. Το 1627 που πρωτοτυπώθηκε φαίνεται πως ήταν κιόλας αρκετά γνωστό. Ο στίχος του δεν είναι ο δοκιμασμένος δεκαπεντασύλλαβος αλλά ένας απλοϊκός εντεκασύλλαβος συνταιριασμένος σε ρίμα ζευγαρωτή. Το θέμα της Πανώριας ακολουθεί το τυπικό σχήμα των αναρίθμητων ποιμενικών ιλαροτραγωδιών της Ιταλίας. Δύο ζευγάρια βοσκών: Ο Γύπαρης αγαπά την Πανώρια και ο Αλέξης την Αθούσα, οι βοσκοπούλες όμως δεν καταδέχονται τον έρωτά τους. Στο τέλος οι βοσκοί θα ικετεύσουν τη θεά Αφροδίτη και ο γιος της ο Έρωτας θα τις χτυπήσει με το τόξο του και θα φέρει έτσι την αίσια λύση. Τα κρητικά ποιμενικά έργα μολονότι μιμούνται τα ιταλικά πρότυπα, τα απαλλάσσουν από τη μυθολογική σκηνογραφία και φέρνουν αναπάντεχη δροσιά και απλότητα.

ΘΥΣΙΑ ΤΟΥ ΑΒΡΑΑΜ ΚΑΙ ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΣ

Η Θυσία του Αβραάμ, μια δραματοποίηση του γνωστού επεισοδίου της Π. Διαθήκης. Η δράση αρχίζει με την εμφάνιση του Αγγέλου στον κοιμισμένο Αβραάμ, ακολουθούν δραματικοί διάλογοι με τη Σάρρα, η πορεία προς τη θυσία, και το αίσιο τέλος. Το έργο πρέπει να γράφτηκε το 1635, τυπώθηκε για πρώτη φορά το 1696. Η Θυσία είναι αναμφισβήτητα ένα δράμα θρησκευτικό, το ελληνικό έργο είναι από κάθε άποψη ανώτερο από το ασήμαντο ιταλικό. Δε χωρίζεται σε πράξεις και σκηνές και δεν τηρεί τις τρεις καθιερωμένες ενότητας. Δεν υπάρχουν επίσης χοροί και χορικά. Ο ποιητής της Θυσίας είναι ο ποιητής του Ερωτόκριτου, ο Βιτσέντζος Κορνάρος. Το δραματικό έργο είναι ποίημα της νεότητας του, έτσι εξηγείται η τόλμη του και η επαναστατικότητά του. Ο Ερωτόκριτος είναι το ποίημα της ωριμότητας. «Ποίημα ερωτικόν», ονομάζει τον Ερωτόκριτο ο πρώτος εκδότης. Σωστότερο είναι να το ονομάσουμε αφηγηματικό ποίημα ή έμμετρο μυθιστόρημα. Στο προοίμιό του ο ποιητής μας λέει πως θα μιλήσει για του έρωτα τις μπόρεσες και για των αρμάτων τις ταραχές. Μας διηγείται σε πέντε μέρη και σε πάνω από 10.000 στίχους, την ερωτική ιστορία του Ερωτόκριτου και της Αρετούσας, τις δυσκολίες και τα βάσανα τους, ως το τελικό αίσιο τέλος. Στην αρχαία εποχή και στην Αθήνα. Η Αρετούσα είναι η μοναχοκόρη του βασιλιά Ηρακλή, ο Ερωτόκριτος ο γιος του συμβούλου του. Μπορείς να ανοίξεις στην τύχη το βιβλίο, δεν υπάρχει ποτέ φόβος να πέσεις σ’ ένα σημείο ανιαρό ή λιγότερο ενδιαφέρον, ο ποιητής διατηρεί παντού την ανώτερη διάθεσή του που πηγάζει από πλούσιο απόθεμα εσωτερικό. Οι στίχοι του είναι από τους πιο μελωδικούς δεκαπεντασύλλαβους που έχουμε στη νεοελληνική λογοτεχνία. «Βιτσέντζος είναι ο ποιητής και στη γενιά Κορνάρος», πατρίδα του η Σητεία της ανατολικής Κρήτης. Αν είναι ωριμότερο έργο του ποιητή, όπως υποθέσαμε τότε θα πρέπει να τοποθετηθεί μετά τη Θυσία του Αβραάμ, που γι’ αυτήν έχουμε μαρτυρημένη χρονολογία το 1635 και πριν από το 1645, χρονιά που άρχισε ο βενετοτουρκικός πόλεμος, ή έστω το 1648, όταν άρχισε η πολιορκία του Μεγάλου Κάστρου. Ο Ερωτόκριτος είναι το αριστούργημα της κρητικής λογοτεχνίας, είναι συνάμα και ένα έργο κορυφαίο της νεοελληνικής ποίησης ολόκληρης, ένα έργο ορόσημο. Πρώτη του έκδοση έχουμε, με καθυστέρηση, στη Βενετία το 1713.

O Βιτσέντζος Κορνάρος (15531613;) ήταν Έλληνας ποιητής. Θεωρείται ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους της κρητικής λογοτεχνίας, συγγραφέας του αφηγηματικού ποίηματος Ερωτόκριτος και πιθανώς του θρησκευτικού δράματος Η Θυσία του Αβραάμ.

Ο Ερωτόκριτος είναι μία έμμετρη μυθιστορία[1] που συντέθηκε από τον Βιτσέντζο Κορνάρο στην Κρήτη τον 17ο αιώνα. Αποτελείται από 10.012 (οι τελευταίοι δώδεκα αναφέρονται στον ποιητή) ιαμβικούς δεκαπεντασύλλαβους ομοιοκατάληκτους στίχους στην Κρητική διάλεκτο. Κεντρικό θέμα του είναι ο έρωτας ανάμεσα σε δύο νέους, τον Ερωτόκριτο (που στο έργο αναφέρεται μόνο ως Ρωτόκριτος ή Ρώκριτος) και την Αρετούσα, και γύρω από αυτό περιστρέφονται και άλλα θέματα όπως η τιμή, η φιλία, η γενναιότητα και το κουράγιο. Μαζί με την Ερωφίλη του Γεώργιου Χορτάτση είναι τα σημαντικότερα έργα της κρητικής λογοτεχνίας. Ο Ερωτόκριτος πέρασε στην λαϊκή παράδοση και παραμένει δημοφιλές κλασικό έργο, χάρη και στη μουσική με την οποία έχει μελοποιηθεί.

Υπόθεση

Το έργο διαδραματίζεται στην αρχαία Αθήνα, ο κόσμος όμως που απεικονίζει είναι ένα σύνθετο κατασκεύασμα που δεν ανταποκρίνεται σε κάποια συγκεκριμένη ιστορική πραγματικότητα: παράλληλα με τις αρχαιοελληνικές αναφορές, εμφανίζονται αναχρονισμοί και πολλά στοιχεία του δυτικού κόσμου, όπως η κονταρομαχία. Η υπόθεση χωρίζεται σε πέντε τμήματα και είναι συνοπτικά η εξής:

  • Α. Ο βασιλιάς της Αθήνας Ηράκλης και η σύζυγός του αποκτούν μετά από πολλά χρόνια γάμου μια κόρη, την Αρετούσα. Τη βασιλοπούλα ερωτεύεται ο γιος του πιστού συμβούλου του βασιλιά, Ερωτόκριτος. Επειδή δεν μπορεί να φανερώσει τον έρωτά του, πηγαίνει κάτω από το παράθυρό της τα βράδια και της τραγουδά. Η κοπέλα σταδιακά ερωτεύεται τον άγνωστο τραγουδιστή. Ο Ηράκλης, όταν μαθαίνει για τον τραγουδιστή, του στήνει ενέδρα για να τον συλλάβει, ο Ερωτόκριτος όμως μαζί με τον αγαπημένο του φίλο σκοτώνει τους στρατιώτες του βασιλιά. Ο Ερωτόκριτος, καταλαβαίνοντας ότι ο έρωτάς του δεν μπορεί να έχει αίσια έκβαση, ταξιδεύει στη Χαλκίδα για να ξεχάσει. Στο διάστημα αυτό ο πατέρας του αρρωσταίνει και όταν η Αρετούσα τον επισκέπτεται, βρίσκει στο δωμάτιο του Ερωτόκριτου μια ζωγραφιά που την απεικονίζει και τους στίχους που της τραγουδούσε. Όταν εκείνος επιστρέφει, ανακαλύπτει την απουσία της ζωγραφιάς και των τραγουδιών και μαθαίνει ότι μόνο η Αρετούσα τους είχε επισκεφτεί. Επειδή καταλαβαίνει ότι αποκαλύφθηκε η ταυτότητά του και ότι μπορεί να κινδυνεύει, μένει στο σπίτι προσποιούμενος ασθένεια και η Αρετούσα του στέλνει για περαστικά ένα καλάθι με μήλα, ως ένδειξη ότι ανταποκρίνεται στα συναισθήματά του.

  • Β. Ο βασιλιάς οργανώνει κονταροχτύπημα για να διασκεδάσει την κόρη του. Παίρνουν μέρος πολλά αρχοντόπουλα από όλον τον γνωστό κόσμο και ο Ερωτόκριτος είναι ο νικητής.

  • Γ. Το ζευγάρι αρχίζει να συναντιέται κρυφά στο παράθυρο της Αρετούσας. Η κοπέλα παρακινεί τον Ερωτόκριτο να τη ζητήσει από τον πατέρα της. Όπως είναι φυσικό, ο βασιλιάς εξοργίζεται με το «θράσος» του νέου και τον εξορίζει. Ταυτόχρονα φτάνουν προξενιά για την Αρετούσα από το βασιλιά του Βυζαντίου. Η κοπέλα αμέσως αρραβωνιάζεται κρυφά με τον Ερωτόκριτο, πριν αυτός εγκαταλείψει την πόλη.

  • Δ. Η Αρετούσα αρνείται να δεχθεί το προξενιό και ο βασιλιάς τη φυλακίζει μαζί με την πιστή παραμάνα της. Έπειτα από τρία χρόνια, όταν οι Βλάχοι πολιορκούν την Αθήνα, εμφανίζεται ο Ερωτόκριτος μεταμφιεσμένος από μαγεία. Σε μια μάχη σώζει τη ζωή του βασιλιά και τραυματίζεται.

  • Ε. Ο βασιλιάς για να ευχαριστήσει τον τραυματισμένο ξένο του προσφέρει σύζυγο την κόρη του. Η Αρετούσα αρνείται και αυτόν τον γάμο και στη συζήτηση με τον μεταμφιεσμένο Ερωτόκριτο επιμένει στην άρνησή της. Ο Ερωτόκριτος την υποβάλλει σε δοκιμασίες για να επιβεβαιώσει την πίστη της και τελικά της αποκαλύπτεται αφού λύνει τα μαγικά που τον είχαν μεταμορφώσει. Ο βασιλιάς αποδέχεται το γάμο και συμφιλιώνεται με τον Ερωτόκριτο και τον πατέρα του και ο Ερωτόκριτος ανεβαίνει στο θρόνο της Αθήνας.

Η Θυσία του Αβραάμ είναι ένα θρησκευτικό δράμα του 17ου αιωνα. που γράφτηκε στην Κρήτη από άγνωστο συγγραφέα. Από αρκετούς μελετητές έχει αποδοθεί στον Βιτσέντζο Κορνάρο εξαιτίας πολλών λεκτικών ομοιοτήτων ανάμεσα σε αυτό και τον Ερωτόκριτο.

Δομή και υπόθεση

Το έργο αποτελείται από 1144 ομοιοκατάληκτους στίχους. Δεν ακολουθεί την παραδοσιακή θεατρική δόμηση σε πρόλογο, σκηνές και πράξεις και χορικά, αλλά παραδίδεται ένα ενιαίο κείμενο. Η υπόθεση του έργου είναι το γνωστό επεισόδιο της Παλαιάς Διαθήκης: ο Θεός προστάζει τον Αβραάμ να θυσιάσει τον γιο του Ισαάκ. (Γένεση κεφ. 22) Ο πιστός Αβραάμ έπειτα από έντονη ψυχική δοκιμασία αποφασίζει να υπακούσει. Με μεγάλη προσπάθεια πείθει τη Σάρρα να αποδεχθεί την εντολή και προετοιμάζει τον Ισαάκ για το ταξίδι με πρόσχημα ότι θα θυσιάσουν ένα αρνί. Όταν φτάνουν στο βουνό όπου θα γίνει η θυσία, ο Αβραάμ ανακοινώνει στον Ισαάκ τον πραγματικό σκοπό του ταξιδιού τους και ο Ισαάκ προσπαθεί να τον μεταπείσει, αλλά τελικά υποκύπτει. Τη στιγμή που ο Αβραάμ ετοιμάζεται να τελέσει τη θυσία, εμφανίζεται ο άγγελος που λυτρώνει τον Ισαάκ και τον αντικαθιστά με ένα αρνί. Το έργο τελειώνει με την επιστροφή του Αβραάμ και του Ισαάκ και την προσευχή του Αβραάμ που υμνεί την παντοδυναμία του Θεού.

Χαρακτήρας

Ειδολογικά η Θυσία του Αβραάμ ανήκει στα βιβλικά δράματα. Δεν πρόκειται για μυστήριο, όπως υποστηριζόταν παλαιότερα. Το συγκεκριμένο επεισόδιο της Παλαιάς Διαθήκης ήταν δημοφιλές και είχε χρησιμοποιηθεί ευρύτατα στη Δύση τόσο στα μυστήρια όσο και στα βιβλικά δράματα. Σε ένα από αυτά τα έργα, το Lo Isach του Luigi Grotto, βασίζεται και η Θυσία του Αβραάμ. Όπως όμως συμβαίνει και με τα άλλα έργα της κρητικής λογοτεχνίας, η Θυσία δεν είναι απλή μετάφραση ή μίμηση. Ο ανώνυμος συγγραφέας έχει μείνει πιστός στην πλοκή του έργου του Grotto, αλλά σε κάποια σημεία έχει εισαγάγει σκηνές στη μέση περίπου του έργου, που περιορίζουν κάποιες δραματουργικές αδυναμίες του προτύπου και έχει δώσει έμφαση στην ανάλυση των χαρακτήρων και την απόδοση του εσωτερικού κόσμου τους. Σε αντίθεση με το πρότυπο και τις καθιερωμένες δραματικές συμβάσεις της εποχής, έχει καταργήσει τον πρόλογο και τα χορικά, ενώ από όλες τις μαρτυρίες της χειρόγραφης και έντυπης παράδοσης απουσιάζει η διαίρεση σε πράξεις και σκηνές. Απουσιάζει και η καθιερωμένη ενότητα χώρου και χρόνου, η οποία όμως δεν υπάρχει ούτε στο πρότυπο. Στην διάπλαση του χαρακτήρα και του ψυχικού κόσμου των προσώπων ο συγγραφέας διαφοροποιείται και από το πρότυπο, και από τις καθιερωμένες απεικονίσεις των άλλων αντίστοιχων έργων.

Το πρόβλημα του συγγραφέα

Ο πρώτος που διατύπωσε την υπόθεση ότι ο Βιτσέντζος Κορνάρος ήταν ο συγγραφέας της Θυσίας του Αβραάμ ήταν ο Στ. Ξανθουδίδης το 1915 και η πρόταση έγινε δεκτή έκτοτε από τους περισσότερους φιλολόγους. Οι μελετητές στηρίζονται σε ομοιότητες υφολογικές και στιχουργικές και παράλληλα χωρία μεταξύ των δύο έργων. Πρόβλημα παραμένει ωστόσο η χρονολόγηση του έργου σε σχέση με τον Ερωτόκριτο: υποστηρίζονται και οι δύο απόψεις, ότι είναι δηλαδή προγενέστερο το δράμα, και μάλιστα νεανικό έργο, ή ότι είναι μεταγενέστερο. Αν αξιολογήσει κανείς πάντως τις γλωσσικές μαρτυρίες, συμπεραίνει ότι γλωσσικά η Θυσία φαίνεται προγενέστερη του Ερωτόκριτου. Για τον χρόνο συγγραφής η μόνη ασφαλής ένδειξη που υπάρχει είναι ότι γράφτηκε πριν από το 1635, χρονολογία που σημειώνεται στο χειρόγραφο του έργου και μπορεί να είναι χρονολογία συγγραφής του έργου ή αντιγραφής του χειρογράφου. Η πρώτη περίπτωση βέβαια δεν μπορεί να ισχύει αν το έργο είναι του Κορνάρου, εκτός αν αποδειχθεί λανθασμένη η ταύτισή του με τον Βιτσέντζο Κορνάρο που πέθανε το 1613/4. Σίγουρο όμως είναι ότι γράφτηκε μετά το 1586, έτος πρώτης έκδοσης του ιταλικού προτύπου της.

Διάδοση

Υπάρχουν πολλοί μάρτυρες για την παράδοση του κειμένου, έντυποι και χειρόγραφοι. Κύριες πηγές είναι δύο, η πρώτη σωζόμενη έντυπη έκδοση του 1713 (Βενετία) και ένα χειρόγραφο γραμμένο σε λατινικούς χαρακτήρες (ο Νανιανός κώδικας Marc. gr. XI.19 (1394) της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης της Βενετίας, που περιέχει και άλλα κρητικά θεατρικά έργα). Η παλαιότερη μαρτυρημένη έκδοση είναι του 1696, η οποία όμως δεν σώζεται. Κανένας από τους δύο βασικούς μάρτυρες δεν παρέχει αξιόπιστο κείμενο: όπως συνέβαινε με τα περισσότερα έργα της εποχής, έχει υποστεί αλλαγές που αλλοίωσαν τον χαρακτήρα του. Στο χειρόγραφο έχει υποστεί μετατροπές που καθιστούν το κείμενο περισσότερο αφηγηματικό και λιγότερο δραματικό, ενώ στις εκδόσεις έγιναν παρεμβάσεις στον διαλεκτικό χαρακτήρα του, με σκοπό το κείμενο να καταστεί περισσότερο κατανοητό στο ευρύ κοινό.

Το έργο ήταν δημοφιλές λαϊκό ανάγνωσμα και ως «ιστορία ψυχωφελεστάτη» έκανε 37 εκδόσεις μέχρι το 1874. Παραδίδεται επίσης άλλο ένα χειρόγραφο (χειρόγραφο Κολλυβά) που αποτελεί αντίγραφο μιας από τις εκδόσεις. Πέρα από τον ελληνικό χώρο, μεταφράστηκε το 1783 στην τουρκική γλώσσα με καραμανλήδεια γραφή. Το κείμενο αυτό βασίζεται στη χαμένη σήμερα έκδοση του 1696 και τυπώθηκε άλλες δύο φορές, το 1800 και το 1844. Υπάρχουν άλλες δύο μεταφράσεις στην τουρκική γλώσσα, του 19ου αι, καθώς και μία μετάφραση στην σερβική γλώσσα και μία τουρκική με αρμένικους χαρακτήρες, επίσης του 19ου αι. Το κείμενο αγαπήθηκε πολύ από το λαό και πολλοί στίχοι του χρησιμοποιούνταν ως παροιμίες ή ως υλικό σε τραγούδια. Δεν υπάρχουν βέβαια μαρτυρίες για παράστασή του στην Κρήτη, είναι όμως βέβαιο ότι είχε παρουσιαστεί στα Επτάνησα, στις λεγόμενες «Ομιλίες», δηλαδή παραστάσεις κρητικών θεατρικών έργων, συνήθως σε διασκευές. Αντιθέτως η απήχησή του στους λόγιους κύκλους δεν ήταν μεγάλη.